Δευτέρα, 17 Οκτωβρίου 2016 14:54

Γιόρτασε τα ελευθεριά της η Νάουσα

Αναρτήθηκε από τον 
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(1 Ψήφος)

Με τη δέουσα επισημότητα και σεμνότητα γιορτάστηκε τη Δευτέρα η επέτειος απελευθέρωσης της Νάουσας από τον τουρκικό ζυγό. Με θεία λειτουργία, επιμνημόσυνη δέηση (ο πανηγυρικός από τη διευθύντρια του 5ου δημοτικού σχολείου Βέρα Αβραμίδου, ακολουθεί) και κατάθεση στεφάνων στο Ηρώο.

Παραβρέθηκαν οι βουλευτές Φρόσω Καρασαρλίδου, Γιώργος Ουρσουζίδης και Απόστολος Βεσυρόπουλος, ο αντιπεριφερειάρχης Κώστας Καλαïτζίδης, ο δήμαρχος Νίκος Κουτσογιάννης, αντιδήμαρχοι και δημοτικοί σύμβουλοι, καθώς και εκπρόσωποι φορέων.

 

ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ 17ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ

Στις 17 Αυγούστου του 1955 βασιλικό διάταγμα ονομάζει τη Νάουσα ηρωική πόλη, τοποθετώντας την δίπλα στο Σούλι, το Μεσολόγγι και το Αρκάδι, ενώ η Κυριακή του Θωμά κάθε έτους ορίζεται ως ημέρα τοπικής εθνικής γιορτής, διότι η εξέγερση και η καταστροφή της το 1822 αποτελούν από τα φωτεινότερα σημεία στην ιστορία της πατρίδας μας.

Ο ηρωισμός, τα πάθη, η πίστη, τα μαρτύρια και οι περιπέτειες των αφανών πρωταγωνιστών του χαλασμού του «Ρόδου της Μακεδονίας» μοιάζουν σαν να είναι βγαλμένες από παραμύθια. Την ιερή γη της Νάουσας την ποτίζουν ποτάμια αίματος αγίου, που αναβλύζουν από τις απροσκύνητες καρδιές χιλιάδων εθνομαρτύρων και μαρτύρων της πίστης, οι οποίοι κατά την καταστροφή που ακολούθησε την επανάσταση της πόλης το 1822 συνελήφθησαν, βασανίστηκαν και μαρτύρησαν, γιατί δεν θέλησαν να αρνηθούν την πίστη τους έναντι οποιουδήποτε ανταλλάγματος.

Αλλά, ας κάνουμε μια σύντομη ανασκόπηση της ηρωικής ιστορίας της πόλης μας:

Η πόλη της Νάουσας, η οποία, ως γνωστόν, ιδρύθηκε από τους Έλληνες κατοίκους της περιοχής του Βέρμιου κατά το 14ο αιώνα μετά την τουρκική κατάκτηση, είχε ιδιαίτερα προνόμια. Πλήρωνε λιγότερους φόρους, απαγορευόταν να κατοικούν σ' αυτήν Τούρκοι, εκτός από τον κατή (δικαστή) και το βοεβόδα (διοικητή). Είχε δική της αυτοδιοίκηση με άρχοντα και προκρίτους, που εκλέγονταν από το λαό και αναγνωρίζονταν από την τουρκική διοίκηση.

Κάτω από τις ευνοϊκές αυτές συνθήκες η Νάουσα γνώρισε μεγάλη οικονομική και πνευματική ανάπτυξη. Ευδοκίμησαν ιδιαίτερα οι εξαγωγές των ονομαστών κρασιών της στην Αυστρία και Ουγγαρία: «Κρασί σαν της Νιάουστας το φέρουν ‘ς το μανδίλι».

Η ευημερία όμως και η στρατηγική θέση της Νάουσας προσέλκυσαν τον Αλή πασά των Ιωαννίνων, ο οποίος πολλές φορές την περίοδο 1795-1804 επιχείρησε να την κατακτήσει. Οι Ναουσαίοι αντιστάθηκαν με αρχηγούς τους Δεληδήμο και Ζαφειράκη. Τελικά η πόλη αναγκάστηκε να υποκύψει το 1804. Ο αρματολός Βασίλης Ρομφαίης με υπαρχηγό τον Αναστάσιο Καρατάσο επί τέσσερις μήνες αντιστάθηκε στην πολιορκία των Τουρκαλβανών. Οι ελλείψεις σε πολεμοφόδια και τρόφιμα υποχρέωσαν τον Ρομφαίη να επιχειρήσει έξοδο. Μέσα στην πόλη ακολούθησε άγρια σφαγή και λεηλασία. Μέχρι το 1812 η Νάουσα δεινοπαθούσε από το στρατό του Αλή πασά. Τότε με ενέργειες του Ζαφειράκη στην Κωνσταντινούπολη, ο Αλή πασάς αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πόλη, κατά διαταγή του σουλτάνου. Στη δεκαετία που ακολούθησε η Νάουσα ξαναβρήκε την παλιά τάξη, ασφάλεια και ευημερία με άρχοντα το Ζαφειράκη.

Το 1822 η πόλη συμμετείχε στην Επανάσταση με αρχηγό και πάλι το Ζαφειράκη, που είχε μυηθεί στο μεταξύ στη Φιλική Εταιρεία. Στις 19 Φεβρουαρίου 1822 οι Ναουσαίοι αιχμαλώτισαν την τουρκική φρουρά, σκότωσαν τον Τούρκο διοικητή και ύψωσαν τη σημαία της Επανάστασης. Ο καπετάνιος Καρατάσος και οι αρχηγοί Λογοθέτης και Γάτσος, επικεφαλείς μερικών εκατοντάδων μαχητών, πολέμησαν γενναία για να απωθήσουν τα οθωμανικά στρατεύματα που ήρθαν να τους πολιορκήσουν στο μοναστήρι της Παναγίας Δοβρά.

Τότε κινήθηκε εναντίον της Νάουσας ο ίδιος ο πασάς της Θεσσαλονίκης Λουμπούτ με 18.000 άντρες και ύστερα από τραχύ και φονικό αγώνα μπήκε στην πόλη (13 Απριλίου 1822) και έσφαξε ή έστειλε στα σκλαβοπάζαρα της Θεσσαλονίκης και του Μοναστηριού πολλούς κατοίκους. Την επόμενη μέρα έπεσε και ο πύργος του Ζαφειράκη και πολλά γυναικόπαιδα που είχαν συγκεντρωθεί σ' αυτόν προτίμησαν να σκοτωθούν πέφτοντας στο βάραθρο του καταρράχτη της Αραπίτσας παρά να παραδοθούν στους Τούρκους.

Μετά από μια σύντομη, αλλά ηρωική άμυνα, η πόλη υπέκυψε στην επίθεση και οι 18.000 μουσουλμάνοι στρατιώτες, μαζί με ένα πλήθος τυχοδιωχτών και Εβραίων, επιδόθηκαν σε κάθε υπερβολή. Η φρουρά, αποτελούμενη από 400 άντρες, υποχώρησε. Τα πάντα λεηλατήθηκαν, κάηκαν, καταστράφηκαν. Δέκα χιλιάδες έλληνες σφαγιάστηκαν, οι γυναίκες και τα παιδιά αιχμαλωτίστηκαν για να γίνουν σκλάβοι. Όπως και στην Κασσανδρεία, η πρώτη σφαγή έγινε από τους Τούρκους μέσα στην ορμή της νίκης, αλλά μετά από αυτούς ήρθαν οι Εβραίοι οι οποίοι τους ξεπέρασαν σε φρικαλεότητες.

Ποιος μπορεί να λησμονήσει το αίμα των Ναουσαίων αγωνιστών για την απελευθέρωση της πόλης, τη θυσία των γυναικών, που σαν τις γυναίκες του Ζαλόγγου, μόλις έπεσε ο πύργος του Ζαφειράκη, μαζί με τα παιδιά τους, προτίμησαν να πέσουν στα παγωμένα νερά του καταρράχτη της Αράπιτσας, παρά να παραδοθούν στους Τούρκους, τα μαρτύρια και τους αποκεφαλισμούς των Ναουσαίων στο Κιόσκι, που αρνήθηκαν να αλλαξοπιστήσουν, τα βασανιστήρια των γυναικών των οπλαρχηγών και των προκρίτων, που είχαν θυσιαστεί για την ελευθερία της πόλης, στη Θεσσαλονίκη;

Μια μικρή πόλη προσέφερε χίλιους τριακόσιους, περίπου, νεομάρτυρες στο Αγιολόγιο της Εκκλησίας μας και αποτέλεσε, όπως δηλώνει ο Τσάμης Καρατάσος, «αγιαστήριο που βράχηκε με εκατόμβες εχθρών για τη γενική σωτηρία, αλλά συνάμα βαφτίστηκε μέσα σε δάκρυα μαρτύρων και αιχμαλωσίας.»

Οι πολεμικοί αρχηγοί της επανάστασης Αναστάσιος Καρατάσος και Αγγελής Γάτσος με 300 περίπου άνδρες διέφυγαν στη Νότια Ελλάδα, όπου συνέχισαν τον αγώνα τους κατά των Τούρκων.

Η πόλη ανοικοδομήθηκε αργότερα και άρχισε πάλι να ακμάζει. Με την έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα, η πόλη γέμισε από πυρομαχικά και έγινε βάση εξόρμησης μαχητών εναντίον των Τούρκων και των Βουλγάρων. Οι Ναουσαίοι διακρίθηκαν και πάλι με αρχηγό το Ζαφειράκη Λόγγο και οπλαρχηγό τον Ιωάννη Σημανίκα. Οι αγώνες αυτοί έσωσαν τον ελληνισμό της περιοχής και προπαρασκεύασαν την απελευθέρωση που έγινε στις 17 Οκτωβρίου 1912 από τον ελληνικό στρατό.

Με τη μεγάλη αποτυχία της επανάστασής της και το Ολοκαύτωμά της, η Νάουσα μπήκε στην Ιστορία και στην αιωνιότητα. Μια μεγάλη αποτυχία που, όμως, ωφέλησε σημαντικά τον ελληνικό αγώνα. Τα εχθρικά στίφη, που θα κατευθύνονταν στη Ρούμελη, καθυστέρησαν αρκετά στη Νάουσα δίνοντας πολύτιμο χρόνο στους εκεί επαναστατημένους Έλληνες. Στις ορεινές περιοχές καθηλώθηκαν, για κάμποσους μήνες, πολυάριθμα τουρκικά στρατεύματα, που απασχολούνταν με την καταδίωξη των ανταρτών και την εκκαθάριση του εδάφους. Άλλωστε, ένα σημαντικό μέρος της δύναμής τους χάθηκε στις πολύνεκρες εχθροπραξίες για την κατάληψη της Νάουσας. Αν, μάλιστα, υπήρχε συντονισμός στις επαναστατικές ενέργειες όλων των Μακεδόνων και εφαρμόζονταν το πολεμικό σχέδιο του Υψηλάντη και του Κασομούλη, τότε είναι βέβαιο πως οι εξελίξεις θα ήταν εντελώς διαφορετικές.

Οι συμφωνίες και οι σχεδιασμοί, πραγματικά υπήρχαν και αυτός που σκέφτηκε και οργάνωσε το σχέδιο δράσης ήταν ο Δημήτριος Υψηλάντης. Το σχέδιό του προέβλεπε τρεις εξορμήσεις-επαναστάσεις: Μία προς δυσμάς, από Πάτρα προς Ήπειρο, άλλη μία, του στόλου στο Αιγαίο με ταυτόχρονη επανάσταση της Χίου και τρίτη, την εξέγερση στη Νάουσα, στον Όλυμπο, στη Σιάτιστα και σε άλλες πόλεις της Μακεδονίας, με ταυτόχρονη εκστρατεία σε Στερεά και Θεσσαλία. Το σχέδιο ήταν τέλειο, άσχημα όμως εκτελέστηκε. Η υπονόμευση και ο παραγκωνισμός του Υψηλάντη, ο κακός συντονισμός και οι καθυστερήσεις, οδήγησαν σε μεγάλες καταστροφές (Κασσάνδρα, Χίος, Νάουσα, Πέτα). Η ασυνέπεια της Νότιας ελεύθερης Ελλάδας, εξ αιτίας της ολιγωρίας του Μωριά, συντέλεσε στην καταστροφή της Νάουσας:

«Το κρίμα νάχει ο Μωριάς κι όλα τα βιλαέτια, που σήκωσαν ΄πανάσταση, που σήκωσαν κεφάλι, που χάλασαν τη Νιάουστα, πούταν κεφαλοχώρι, πούταν αγγίτσι στο ντουνιά και φλάμπουρο στην Πόλη».

Η απάνθρωπη, όμως, συμπεριφορά που επέδειξαν οι Τούρκοι στη Μακεδονία και αλλού συνέβαλλε στην αλλαγή της ως τότε φιλοτουρκικής διάθεσης των Ευρωπαίων και στην δραματική αύξηση του αριθμού των φιλελλήνων που είχε ως συνέπεια την αφόρητη πίεση των ξένων κυβερνήσεων υπέρ της Ελλάδας. Ακολούθησε υπογραφή συνθήκης και η λευτεριά ξανάρθε στα αιματοβαμμένα χώματα της Μακεδονίας και της Νάουσας.

Στην διάρκεια του Μακεδονικού αγώνα (1904-1908), άλλωστε, η Νάουσα αποτέλεσε σημαντικό κέντρο κατά της δράσης των βούλγαρων κομιτατζήδων. Ελληνικά ανταρτικά σώματα υποστηρίζονταν από την πόλη με σημαντικότερους οπλαρχηγούς, τον Επαμεινώνδα Γκαρνέτα και τον Ιωάννη Σημανίκα.

Τον Οκτώβριο του 1912 οι πόλεις της Μακεδονίας, η μία μετά την άλλη ελευθερώνονται. Ο Ελληνικός Στρατός (4η Μεραρχία) λυτρώνει, μετά από αιώνες, χώμα και αίμα Ελλήνων που μαρτύρησαν κάτω από την διπλή όπως είχε εξελιχθεί τα τελευταία χρόνια τουρκοβουλγαρική κατοχή. Στις 17 Οκτωβρίου 1912 έρχεται η σειρά της ηρωϊκής Νάουσας να υποδεχθεί τους λυτρωτές της.

 

Είναι τόσο μεγάλο το πάθος των Ναουσαίων για λευτεριά, που πριν ο Ελληνκός Στρατός προσεγγίσει την πόλη, έχουν ήδη ξεσηκωθεί και καταλύσει τις τουρκικές αρχές.

Από την εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ», στο φύλλο της 21ης Οκτωβρίου 1912, πληροφορούμαστε για την φυγή Τούρκων προς άγνωστη κατεύθυνση και για την απελευθέρωση της Νάουσας αμαχητί και την απόδοσή της στον Αρχηγό του Στρατού τον διάδοχο Κωνσταντίνο.

Η πολύπαθη Νάουσα που είχε χτυπηθεί βάναυσα με ολοκαύτωμα από τους Τούρκους για την συμμετοχή της στην Ελληνική Επανάσταση το 1822 βρίσκεται πάλι στην αγκαλιά της Μητέρας Πατρίδας.

«Μάταια περιστρέφεται ο ουρανός γύρω απ΄τον κόσμο. Πόλη σαν το ροδώνα της Βαλιντέ Χανούμ, πόλη σαν την ηρωϊκή Νάουσα δεν βλέπει πουθενά.»

 

«Διαβάτη, στάσου με ευλάβεια στη μνήμη των νεκρών».

Διαβάστηκε 799 φορές

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΟ